Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Project: Όλυμπος

Απαραίτητος εξοπλισμός:

Ορειβατικά παπούτσια και σωστές κάλτσες
Καπέλο (να καλύπτει αφτιά και σβέρκο)
Διαπνέον μπλουζάκι
Φωτογραφική μηχανή
Σακίδιο πλάτης


Σακίδιο πλάτης:

Sleeping bag
Μπλούζα φλις
Βαμβακερό t-shirt
Αντιανεμικό/ αδιάβροχο
Φόρμα
Κράνος
Τρίποδο φωτογραφικής μηχανής
Φαρμακείο/ αντηλιακό

Νερό
Ισοτονικά
Ξηροί καρποί/ ενεργειακά snack
Τσικουδιά (;;;)

Το πρόγραμμα έχει ως εξής: 

Σάββατο: Ανεβαίνουμε με το αυτοκίνητο ως την Καλύβα του Χριστάκη, η οποία βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Ολύμπου και σε υψόμετρο 2.600μ. Από εκεί θα ακολουθήσουμε το μονοπάτι για το Οροπέδιο των Μουσών, όπου και θα διανυκτερεύσουμε. 

Κυριακή: Πολύ πρωινή ανάβαση στο Μύτικα, επίσκεψη στις διπλανές κορυφές που είναι προσβάσιμες χωρίς αναρρίχηση και επιστροφή το απόγευμα από το ίδιο μονοπάτι στην Καλύβα του Χριστάκη.


...κι όπως λέει και ο φίλος μου ο Άλεξ, μπορεί και να ζήσουμε.

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

Μαζί τα φάγαμε

Άκου να δεις τώρα παιχνίδια του μυαλού. Μέσα σ' όλα αυτά που συμβαίνουν, λοιπόν, προσπάθησα να φέρω στο μυαλό μου τη φύση του Έλληνα. Βαθιά επηρεασμένος από τον Παππού, διατηρώ την εικόνα του Ζορμπά σαν την πιο χαρακτηριστική. Γλετζές, αυθόρμητος, γεμάτος αδυναμίες μα και δυνάμεις υπεράνθρωπες, αισιόδοξος κι απαισιόδοξος, καλός και κακός - πάντα κατά το συμφέρον του, πονηρός, ψεύτης, σπάταλος, ριψοκίνδυνος, μα πάνω απ' όλα άνθρωπος, ζωντανός άνθρωπος. Άμα του έδινες λεφτά ή γυναίκα ή άλλους πειρασμούς, θα τους ρουφούσε μέχρι την τελευταία τους σταγόνα και μετά θα έλεγε ένα τόσο χαμογελαστό ευχαριστώ, που θα του συγχωρούσες και το πιο βαρύ αμάρτημα...

Περιούσιος λαός; Ασφαλώς. Κι ακούστε να δείτε γιατί: το είχανε τόσο καλοστημένο το κόλπο με τα δανεικά, που για τουλάχιστον μια πεντηκονταετία θα πήγαινε αυτόματο πιλότο, με τα ρομποτάκια τους δυτικούς. Σε πενήντα χρόνια θα είχε γίνει τόσο φυσικά βιωματική η κατάσταση, που δε θα αντιδρούσε κανείς... Έλα μου, όμως, που στα πειραματόζωα βάλανε κι εμάς... Τα φάγαμε, λοιπόν, τα ξεκοκαλίσαμε, τα ρουφήξαμε μέχρι το μεδούλι. Αποκτήσαμε όλες τις ανέσεις που δεν μας επέτρεπε η -μέχρι πρότινος- τρύπια τσέπη μας και τερματίσαμε το παιχνίδι μέσα σε μια δεκαετία. Βρε μπελάς αυτός ο Έλληνας. Τρέχα γύρευε βιώσιμο οικονομικό σύστημα, που να μην καταπιέζει τον κοσμάκη γιατί ξύπνησε και αντιδρά.  Τώρα;

Δεν υπάρχει ζάφτι για τη ράτσα μας, πάρτε το χαμπάρι. Τέτοιοι είμαστε, τέτοιοι ήμασταν πάντα και οι ενδοξότερες στιγμές του έθνους ήταν υπό τη μπότα του κατακτητή, όπως χαρακτηριστικότατα είχε αναφέρει ο Sir Andrews σε μια συνεύρεση μας, μεταξύ αχλάδου και τύρου, το άγιον πάσχα. Κατά πως φαίνεται, τους βρήκαμε τους τύρρανους, παρά το εξαιρετικά επιμελημένο καμουφλάζ τους. Δεν υπάρχει λόγος να αναφέρουμε στοιχεία και νούμερα, όλοι πάνω κάτω ενημερωμένοι είμαστε για το τζόγο που παίζεται πάνω στο μέλλον της ανθρωπότητας. Καιρός να παίξουμε το δικό μας στοίχημα. Υπάρχει ζωή και χωρίς άκρατο νεοφιλελευθερισμό, χωρίς καπιταλισμό, χωρίς κομμουνισμό, χωρίς σοσιαλισμό, χωρίς λέξεις που τελειώνουν σε -ισμούς, μιας και "οι ιδεολογίες είναι χειρότεροι εχθροί της αλήθειας από τα ψέματα", όπως είχε πει και ο Νίτσε.

Τον τελευταίο καιρό, μετράμε το μπόι μας στις πλατείες. Μαζευόμαστε ξανά σαν άνθρωποι, κουβαλώντας ο καθένας το χαρακτήρα του και την άποψή του και προσπαθούμε να βρούμε κοινούς τόπους, προσπαθούμε να συνυπάρξουμε. Οι επανεμφανιζόμενες εκκλησίες του δήμου στον τόπο αυτό είναι ό,τι πιο αισιόδοξο έχει να επιδείξει η σύγχρονη ιστορία μας. Αυθόρμητα, χωρίς γραμμές, χωρίς κόμματα, χωρίς καθοδήγηση, χωρίς οργάνωση και προσυνεννόηση, την πρώτη μέρα βρεθήκαμε, τη δεύτερη μια ντουντούκα έσπασε τη σιωπή μας, την τρίτη η μικροφωνική εγκατάσταση έκανε τη φωνή μας πιο δυνατή, την τέταρτη τραπεζάκια, τέντες, υλικά, μέσα μα κυρίως άνθρωποι, εμείς, ανακατέλαβαν το δημόσιο χώρο. Είναι η εντέκατη κι είμαστε ακόμα εκεί...

Ο εχθρός απέναντι είναι πολύ μεγάλος, αλλά έχει πήλινα πόδια. Η αξία του χρήματος προκύπτει από την αποδοχή του κόσμου που το χρησιμοποιεί ως συναλλακτικό μέσο. Αυτό συνέβαινε στην πραγματική οικονομία. Σήμερα, για κάθε μια μονάδα χρήματος στην πραγματική οικονομία, υπάρχουν δέκα που παίζονται τζόγο στις αγορές παραγώγων, οι οποίες απαιτούν κάποια απόδοση, ας πούμε δέκα τοις εκατό, δηλαδή την πραγματική οικονομία στο σύνολό της. Δε βγαίνουν τα νούμερα, νούμερα που μας κυβερνάτε. Άμεση κατάργηση όλων των αγορών παραγώγων τώρα και διαγραφή του λογιστικού χρήματος που έχει δημιουργηθεί κατ' αυτό τον τρόπο από την τρισκατάρατη Θάτσερ κι έπειτα. Επιστροφή στην πραγματική οικονομία, πα να πει διαφύλαξη πόρων, νοικοκυριό, υπάρχουν και παιδιά σ' αυτόν τον πλανήτη... Αρκεί η απειλή άρσης της εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα για να καταρρεύσει όλο τους το οικοδόμημα.

Δεν είμαστε ακόμη η κρίσιμη μάζα που θα φέρει την αλλαγή. Τώρα, βέβαια, που το σκέφτομαι, λες αλλαγή, θυμάσαι τον Θαπατέρα. Την ανατροπή. Αυτό πάλι θυμίζει το σύνθημα που λέει πως δεν είναι εκπομπή, ενώ κάνει ρίμα με τη γιορτή. Μήπως εκτός απ' τις πλατείες, πρέπει να ανακαταλάβουμε και τις λέξεις; Τις έννοιες;

Ραντεβού στις πλατείες!

Πέμπτη 26 Μαΐου 2011

Έξω ρε!

Αισίως 31.

Βαδίζοντας πλέον στην πιο γόνιμη δεκαετία της ζωής μου, αυτή με κοιτάζει κατάματα και ρωτάει επίμονα: "Τι θα κάνεις; Θέλει άντερα, θα μας γράψει η ιστορία..." Δεν ξέρω ποια μούσα το ψιθύρισε στο αυτί του Sir Andrews, εκείνο το βράδυ της πρωτοχρονιάς που το ξεστόμισε, όμως από τότε αυτή η ερώτηση με στοιχειώνει διαρκώς και αδιαλείπτως. Όπου κι αν κοιτάξω, ό,τι κι αν ακούσω, με όποιον κι αν συζητήσω, παντού και πάντα ξεπροβάλει η ίδια ερώτηση. Η απάντηση, βέβαια, είναι απλή.

Είμαστε το αλάτι της γης. Εμείς, οι Έλληνες. Στην παγκόσμια ιστορία, μας μνημονεύουν ως τους εφευρέτες της δημοκρατίας, της φιλοσοφίας και της τραγωδίας. Δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν, στον κολοφώνα της διανόησής μας, δώσαμε τα φώτα μας στον πολιτισμό. Σήμερα, δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά, στον απόπατο της παρακμής μας, είμαστε έτοιμοι να τραβήξουμε το καλώδιο της μηχανικής υποστήριξης στο παγκόσμιο νεοφιλελεύθερο πτώμα, στο οποίο το μόνο που χρειάζεται πια είναι ένα κούρεμα. Το κομμωτριάκι κρατάει τις τύχες του πλανήτη στα χέρια του...

Κάπως έτσι κι εμείς, με βλέμμα απλανές, ατενίζουμε το μέλλον αλλά δε βλέπουμε ούτε τη μύτη μας, τόσο πηχτό που έχει γίνει το σκοτάδι. Τόσο δηλαδή, όσο φωτεινές έχουνε γίνει οι οθόνες μας. Διαρκώς αυτοαναιρούμενος, παρατώ την εδώ μου εξωστρέφεια και πάω να βρω την πραγματική μου, στις πλατείες.

Έξω ρε!

Τετάρτη 6 Απριλίου 2011

Μάρτης, γδάρτης...

Πάει κι αυτός, φτωχός ο απολογισμός της φετινής χρονιάς, με μόλις μια καταχώρηση, διάφορα φωτορομάντσα και μερικά βίντεο... Πάντως, ο χρόνος συνεχίζεται με αμείωτο ενδιαφέρον, τα γεγονότα τρέχουν κι έτσι όπως πάνε τη βγάζουμε δεν τη βγάζουμε, αλλά αφού έχουμε ακόμα ίντερνετ, ποιος νοιάζεται;

Τρόικες, ντόπιοι χαφιέδες και πριτέντερεντέρηδες μας έχουν βάλει στη μηχανή του χρόνου και να που βρεθήκαμε ξαφνικά στο '60, χωρίς την αθρωπιά μας και με ένα κάρο συμπλέγματα παλαιώθεν αποκτηθέντα και δυστυχώς εσαεί αναπαραγόμενα. Θα στη χαλάσω τη διάθεση έτσι γι' αρχή, αλλά είμαι βέβαιος πως θα ρεφάρω στο τέλος, σαν παλιά, καλή ελληνική ταινία.

Έτσι που λες. Σε ολοένα και περισσότερες συζητήσεις καταλήγουμε στην πρόταση της θείας της Ε. για συναυλία Χατζηγιάννη στο ποδοσφαιρικό Ο.Α.Κ.Α., όπου και θα γίνεται το κόψιμο. Διότι δε γίνεται αγαπητέ μου να χρειάζεσαι δίπλωμα για να οδηγήσεις αυτοκίνητο αλλά παιδιά να κάνεις έτσι, επειδή μπορείς... Και μετά που τα κάνεις, τι; Άκουσα πρόσφατα ένα μπαμπά να τονίζει τον ανδρισμό του τρίχρονου γιού του, λέγοντάς του "συνέχισε να κλαις για να σε κοροϊδεύει όλος ο κόσμος" και φρίττω ακόμη, αναρωτώμενος αν άξιζε πραγματικά να μοιραστώ τη φρίκη για να δικαιολογήσω το προαναφερθέν κόψιμο...

Ξεκινάς να πας στη δουλειά το πρωί και δεν προλαβαίνεις να βγεις απ' το τετράγωνο, γειτονιά κατά πως λέγαμε το '60, και η καλημέρα πάει σύννεφο, εξελιγμένη κι αυτή -σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής- σε καντήλι, τρισάγιο, χριστοπαναγία και διάφορα άλλα ιερά και όσια που ανεβοκατεβαίνουν ωσάν στη δευτέρα παρουσία. Από το γραμματοκιβώτιο, που γράμματα δε δέχεται πλέον και μάλλον θα πρέπει να μετονομαστεί σε λογαριασμοκιβώτιο, βγαίνεις έξω, σκοντάφτεις στα στραβά τοποθετημένα πλακάκια του πεζοδρομίου απ' τον εργολάβο της οικοδομής, παίρνεις το αυτοκίνητο και μόλις πατήσεις δρόμο πέφτεις στην πρώτη λακκούβα του υπεργολάβου της δημόσιας υπηρεσίας, που έσκαψε πάνω στις λακκούβες του εργολάβου που έφτιαξε το δρόμο, μετά τη σχετική μίζα που έδωσε από τη φοροδιαφυγή στη στελεχάρα του δημοσίου που του το ανέθεσε προσωπικώς, αφού το φακελάκι που είχε τσιμπήσει ο εφοριακός για να εξαλείψει το πρόστιμο έλαβε πανηγυρικά την αθωωτική απόφαση του δικαστηρίου και η Ε.Δ.Ε. χωρίς αιδώ οδεύει προς αρχειοθέτησιν... Και σκέψου πως δεν έχεις φύγει ακόμη απ' το τετράγωνο.

Φτάνεις με τα πολλά στη δουλειά και τι δουλειά... Θα μου πεις εδώ που φτάσαμε, φτάνει να έχεις. Να 'ναι έτσι ή να το πάρω στραβά; Ρε πως καταντήσαμε έτσι τη ζωή μας; Ξημερώνει και βραδιάζει πάντα στον ίδιο το σκοπό, φέρτε να ξοφλήσουμε και το λογαριασμό, εμείς πληρώνουμε το χρέος αλλονών... Θύματα της εικοσιτετράωρης εξημέρωσης από τα μέσα που αγιάζουν το σκοπό, κλαίμε νυχθημερόν τη χαμένη μας ζωή στο βωμό των διεθνών τοκογλύφων και των κερδών τους. Λες και μας φταίνε αυτοί που δεν υπάρχουν ούτε σαν ιδέες η αλληλεγγύη, η συνεισφορά, ο κοινωνικός ιστός, η συνύπαρξη βρε αδερφέ, ο σεβασμός στην έννοια του κοινού... Βιώνουμε το πιο βίαιο εσωστρεφές ξέσπασμα της χριστιανοκαπιταλιστικής ηθικής του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος δύει στα πιο απαίσια βάθη της πιο σάπιας δυτικής ψυχής, βασικό χαρακτηριστικό της οποίας είναι η ακλόνητη πίστη της στις "Αγορές", κάτι ξετσίπωτες κυρίες που έχουνε μαζέψει όλα τα φράγκα του κόσμου και με νταβατζή τα μίντια και τσατσάδες τους πολιτικούς, μας γαμάνε καθημερινά τη ζωή με κάθε τρόπο.

Βλέποντας τον Εξάντα του Αυγερόπουλου για την Αργεντινή, διαπίστωσα ότι στη δική μας περίπτωση η μόνη διαφορά είναι στον τρόπο αποχαύνωσης, μιας κι εδώ η ντρόγκα περνάει μέσα απ' τον καθοδικό σωλήνα της τηλεόρασης, που λέει κι ο Τζιμάκος. Μην τον ξεχνάς, οι παραλογισμοί του είναι ισχυρό αντίδοτο στο σουρρεαλισμό που βιώνουμε, ενέσεις πραγματικότητας. Που λες, για τη δουλειά σου έλεγα, αλλά έχει καταντήσει τόσο απαίσια, που προκειμένου να αποφύγεις την κουβέντα μπορείς εύκολα να τυρβάζεις περί παντός άλλου πλην αυτής. Ε, συνάδελφε τραπεζοϋπάλληλε; Οι περισσότεροι νεκροί των πρώτων ημερών στην Αργεντινή ήταν τραπεζοϋπάλληλοι, καθώς ακούγεται. Κι ύστερα, πως να εργάζεσαι για ένα σύστημα το οποίο απορρίπτεις συλλήβδην, ενώ ακόμη και οι πρακτικές του, πέρα απ' το φιλοσοφικό κομμάτι, είναι καταστροφικές με στοιχειώδεις γνώσεις οικονομικών;

Αλλά μη λες πολλά, μην τυχόν σε κατηγορήσουνε σαν τον τορναδόρο απ' την Κρήτη που μίλησε για χρεοκωπία και κινηθήκανε πάραυτα όλα τα σιεσάη απ' τα κανάλια να τον μπαγλαρώσουνε, ενώ τα ίδια έλεγαν πριν από μερικούς μήνες ο πρωθυπουργός και ο υπουργός οικονομίας και οικονομικών και η πραγματική απορία που μου γεννάται είναι προς τι ο δυισμός οικονομίας και οικονομικών, γιατί άλλα ερωτήματα επί του θέματος είναι επί της ουσίας αδύνατον να τεθούν. Ευτυχώς διατηρούμε ακόμη το δικαίωμα να συνεβρισκόμαστε με τους συναδέλφους και ν' ανταλλάσουμε καμιά ανθρώπινη κουβέντα, γιατί καθώς ενημερώνομαι, άλλοι συνάδελφοι, νοικιασμένοι από σύγχρονα σκλαβοπάζαρα, δεν έχουν ούτε αυτό το δικαίωμα, σύμφωνα με τον κανονισμό εργασίας, τον οποίον αν δεν υπογράψουν φασιστικά, γίνεται κανονισμός ανεργίας. Γι' αυτό σου λέω... και δόξα τω θεώ να λες...

Γυρίζεις μετά στο σπίτι, μην έχοντας αισθανθεί ουδόλως παραγωγικός και δημιουργικός και χάνεσαι στο ίντερνετ, όλα τσάμπα, όλα χύμα, ανοίγεις και τον καθοδικό σωλήνα για παρέα, παραγγέλνεις απ' έξω φαγητό γιατί είναι πιο εύκολο, βάλε τα ψεκάσματα από τ' αεροπλάνα και τις διαφημίσεις που σε κατακλύζουν με γερμανό καρκίνο στο κεφάλι, αυτοκίνητα και ηλεκτρικές συσκευές για να διακοσμείς το κλουβί που χτίζεις γύρω σου, η αποχαύνωση συνεχίζεται μέχρι το άη κιού να πάψει να κάνει απντέητ, καθώς δε λαμβάνει αρνητικές τιμές. Ή μήπως λαμβάνει;

Και μετά, όταν βραδιάσει, στέλνεις όσα ραδιοκύματα περισσότερα γίνεται, προκειμένου να βρεθείς αυτό το γαμημένο το ραντεβού, που στο '60 το έδινες τρεις μέρες πριν και κατάφερνες, άκουσον άκουσον, να βρεθείς με τον άλλο... Τι μαγεία! Βγαίνοντας, κατεβάζεις τα σκουπίδια που μάζευες ευλαβικά, αλλού τ' ανακυκλώσιμα, αλλού τα οργανικά και φτάνεις στους κάδους, οι οποίοι δε φαίνονται απ' το περιεχόμενο που τους κατακλύζει, καθώς τα δημοτικά τέλη δε φτάνουν ούτε για σπόρια, όχι για υπαλλήλους στην καθαριότητα... Εκείνη την ώρα, ω του θαύματος και μετά από εβδομάδες, γίνεται η αποκομιδή και ρωτάς το συφοριασμένο σκουπιδιάρη (κι ο χαρακτηρισμός αυτοεξηγείται παρακάτω):

-Τι μαζεύετε; Ανακυκλώσιμα ή οργανικά;
-Αυτή η σακούλα τι έχει;
-Ανακυκλώσιμα.
-Πέτα τα μέσα.
Φεύγοντας προς τους σωρούς των οργανικών, ρωτάει:
-Η άλλη σακούλα τι έχει;
-Οργανικά.
-Πέτα τα κι αυτά μέσα.

Αδιαφορείς, πετώντας τη σακούλα μαζί με την όποια ψευδαίσθηση για ανακύκλωση στα σκουπίδια, όταν τον ακούς να φωνάζει επιδεικτικά: "μα αφού είναι τρόμπας, τι να του πεις;". Αναρωτιέσαι αν η υπομονή έχει τα όριά της όταν το ξανακούς, κι ύστερα άλλη μια φορά, μα σκέφτεσαι το κόψιμο και ηρεμεί η ψυχούλα σου. Δωρεάν συναυλία Χατζηγιάννη στο Ο.Α.Κ.Α., κι όσοι μείνουν απ' έξω, την επόμενη Κυριακή Σάκης Ρουβάς, θα πει και τον εθνικό μας ύμνο. Μην πεις ότι δε στο είπα: μακριά από δωρεάν συναυλίες.

Παίρνεις το αυτοκίνητο κι ύστερα βλαστημάς την ώρα και τη στιγμή που ήρθε η κρίση κι ανέβασε τόσο πολύ τα εισιτήρια των μέσως μαζικής μεταφοράς, αναγκάζοντας τον κάθε κάφρο σαν κι εσένα να πάρει το αυτοκίνητό του και να κατέβει στο κέντρο, τελικά παρκάρεις πιο κοντά στο σπίτι σου παρά στο ραντεβού και ορκίζεσαι πως την επόμενη φορά όχι μόνο δε θα πάρεις αμάξι, δε θα ξαναβγείς. Όχι τίποτα άλλο, απλά κι εκεί η χριστιανοκαπιταλιστική ηθική σου έρχεται να σε πλακώσει, το ποτό μου, η παρέα μου, τα λεφτά μου, η θέση μου στο μπαρ, το τραπέζι μου, η φαλλική μου προέκταση παρκαρισμένη απ' όξω και το Σ.Δ.Ο.Ε. να γράφει κλήσεις, τις οποίες πετούν μαζί με τα γαρύφαλλα, τα πιάτα κι ό,τι άλλο σπάζεται στις πίστες οι Τσετσένογλου... Γεια μας...

Βιετνάμ μας την έκανε τη χώρα ο κύριος Μάκης, εκείνη η τελευταία επιταγή που υπόγραψε ήτανε το μνημόνιο. Κονομήσανε και τ' αφεντικά μα εσύ κι εγώ, που δουλεύουμε στο μαγαζί, συντρίμμια την άλλη μέρα...  "Δε θα πεθάνουμε ποτέ εμείς, Μάκη μου..."., έτσι λένε αναμετάξυ των πολιτικοί, εργολάβοι, εκδότες και τραπεζίτες κι έχουνε βάλει τα μαντρόσκυλα να μας σκιάζουνε κάθε βράδυ στις 8, γι' αυτό κι εγώ τους έκοψα, ή εν πάσει περιπτώσει θα ήθελα να τους κόψω στην προαναφερθείσα δωρεάν συναυλία αλλά κι εκείνο το κόκκινο κουμπάκι στο τηλεκουμάντο μια χαρά την κάνει τη δουλειά. Το κουμπί λέγεται POWER, παρόλο που μόνο απενεργοποιεί. Είτε εσένα, είτε την προπαγάνδα τους.

Σου υποσχέθηκα καλό τέλος, όπως στις ελληνικές ταινίες του '60, όμως να σου πω την αλήθεια οι περισσότερες εικόνες που έχω είναι ζοφερές και δε μου βγαίνει. Λένε πως η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία κι αυτό είναι ό,τι χειρότερο. Αν την είχα μπροστά μου θα τη δολοφονούσα εν ψυχρώ και θ' άνοιγα τα μάτια στην πραγματικότητα. Είμαστε κατηγορούμενοι για εσχάτη προδοσία της ζωής, την οποία αφήνουμε να ορίζουν κάτι νούμερα. Εκτός κι αν αισθανθούμε ξανά αθώοι, όχι γιατί δεν κάναμε τίποτα αλλά γιατί τα κάναμε όλα.

* Σημαντικά καταφύγια τον τελευταίο καιρό αποτέλεσαν τα βιβλία του Χρόνη Μίσσιου "Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς..." και "Χαμογέλα ρε... Τι σου ζητάνε;", δυο ύμνοι στη ζωή από κάποιον που του τη στέρησαν, καθώς και το "Οι απόψεις ενός κλόουν" του Χάινριχ Μπελ, ένας ύμνος στην ανθρωπιά, στην τρυφερότητα και στην αγάπη. Τα συνιστώ ανεπιφύλακτα κι ευχαριστώ τον Ν. και την Α. που μου τους γνώρισαν...